Tο μύνημα της ημέρας

Δειλοί άνθρωποι που το μόνο που ήξεραν να κάνουν είναι να παίρνουν και να φεύγουν. Μη δίνεις αξία σε ανθρώπους που δεν ξέρουν να εκτιμούν.

Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2024

Αχ, βρε βλάκα μου, μπορούσαμε… Κρίμα!



Φοβάμαι πως δεν θα βρω αυτή την οικειότητα που είχαμε. Φοβάμαι πως δεν θα βρεθεί άνθρωπος να με καταλαβαίνει όσο εσύ! Με ένα βλέμμα τα λέγαμε όλα. Και ανάθεμα (!) χαμογελούσαν και τα μάτια σου όταν με έβλεπες.

Και έκανες όνειρα, είχες όνειρα για εμάς. Μην πεις το αντίθετο, ακόμα και εσύ δυσκολεύεσαι να το πιστέψεις, αυτό το ψέμα του τίποτα, του πουθενά, του κενού και “δεν ενδιαφέρομαι”. Ποτέ δεν με κοίταξες στα μάτια όταν ξεστομούσες αυτά τα ψέματα.

Δεν φοβάμαι μη μείνω μόνη μου. Μήπως δεν κουμπώσω έτσι σε άλλη αγκαλιά φοβάμαι. Μήπως δεν νιώσω αυτή την ασφάλεια! Φοβόμουν μη σε χάσω. Το χαζό το γέλιο σου. Εσένα ολόκληρο!

Πόσο, βλάκας Θεέ μου, να μην δεις πως ήμασταν ένα! Πόσο βλάκας Θεέ μου, που δεν μας έδωσες μία ολόκληρη ευκαιρία, αλλά μόνο με κάτι μισές ελπίδες μας έδινες το δικαίωμα ύπαρξης και, τελικά, εκείνες μας έκοψαν σαν κοφτερές λεπίδες.

Φοβάμαι την αλλαγή. Εκείνη τη συνήθεια που θα πρέπει να αλλάξω και να μπω, να συμμορφωθώ σε μία άλλη, που να μην σε συμπεριλαμβάνει μέσα της. Βλάκα μου, σε αγαπούσα πολύ, γι’ αυτό μπορούσα τα εμπόδια να τα νικάω. Γι’ αυτό επέλεγα εσένα! Γι’ αυτό ήμουν εκεί για σένα.

Και η σιωπή κάποιες φορές είναι μαρτύριο και άλλες λύτρωση. Όμως θα προτιμούσα να την μοιράζομαι μαζί σου, όποια μορφή και αν είχε. Και εκείνο το τηλέφωνο που δεν εμφανίζει ποτέ το όνομά σου, είτε σε κλήση ή σε μήνυμα, αγκάθι είναι που με πονάει.

Ξέρω πως όλα γίνονται για κάποιο λόγο και ορισμένες φορές τα πράγματα έρχονται με έναν τρόπο πιο επώδυνο, όμως είναι για το καλό μας. Ωστόσο, δεν σου κρύβω πως αυτόν τον λόγο τον ψάχνω και κάποιες στιγμές πνίγομαι στον φόβο πως ίσως δεν υπάρξει άλλος που να νιώσω μαζί του τόσο άνετα. Ύστερα, όμως, χαμογελώ πικρά και μου ψιθυρίζω πως λέω ανοησίες!

Μόνο, αν μου επιτρέπεις, αν ποτέ βρεις το θάρρος, εξήγησέ μου, πώς γίνεται να αφήνεις τόσο εύκολα μία αγάπη; Πώς γίνεται να μην είδες πως ταιριάζαμε σε όλα;

Και αν είναι να σου αφιέρωνα κάτι, θα ήταν εκείνοι οι στίχοι της Μαρίζας Ρίζου: «Πώς μπορείς να μην το είδες, δεν είν’ άνθρωποι πολλοί, να ταιριάζουν στα αστεία, στο μυαλό και στην ψυχή!»

Αχ, βρε βλάκα μου, μπορούσαμε… Κρίμα!


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου