
Ήταν οι πρώτες ημέρες του Σεπτεμβρίου του 2023, όταν η κακοκαιρία «Daniel» έπνιξε τη Θεσσαλία, βυθίζοντας ολόκληρα χωριά στις λάσπες. Δεκαεπτά άνθρωποι έχασαν την ζωή τους, χιλιάδες ζώα πνίγηκαν, υποδομές και περιουσίες καταστράφηκαν. Δύο χρόνια μετά, στη Μαραθέα Καρδίτσας, τα σημάδια παραμένουν – όχι μόνο στα σπίτια και στους δρόμους, αλλά και στις ψυχές των ανθρώπων. Η κα Δήμητρα Παππά, συνταξιούχος νηπιαγωγός, έζησε εκείνες τις ημέρες εγκλωβισμένη σε μία ταράτσα ενός σπιτιού, σε μία γειτονιά που ήταν αποκομμένη από το υπόλοιπο χωριό. Για να αντέξει, άρχισε να κρατά ημερολόγιο. «Έγραφα για να μου φύγει λίγο το άγχος, όσο οι άλλοι κοιμόντουσαν μες στο απόλυτο σκοτάδι», θυμάται. Σημείωνε τις σκέψεις της πάνω σε πρόχειρα χαρτιά, που σώθηκαν από τις λάσπες, στην ανάγκη της να μην χαθεί το νόημα, αλλά και να μην ξεχάσει τα όσα έζησε μαζί με τους συγχωριανούς της, μέσα σε εικόνες απόλυτης απελπισίας.
Ρεπορτάζ: Κωνσταντίνα Χαϊνά
Ο κατάλογος των μικρών και μεγάλων χωριών της Θεσσαλίας που πλημμύρισαν από τις σφοδρές βροχοπτώσεις που ξεκίνησαν στις 4 Σεπτεμβρίου είναι ατελείωτος. Ανάμεσά τους, είναι και η Μαραθέα Καρδίτσας, που προσπαθεί ακόμη να «σταθεί» στα «πόδια» της. Η κα Παππά, από τότε, που αποτύπωσε όλες τις τραγικές στιγμές που έζησε στο προσωπικό της ημερολόγιο, μέχρι και σήμερα, μέσω αναρτήσεων στα social media, γράφει σχεδόν κάθε μέρα. Για όσα έγιναν, για όσα χάθηκαν, αλλά και για όσα ξαναχτίστηκαν.
«Έγραφα για να μην ξεχάσω»
«Από τις πρώτες ημέρες αυτής της καταστροφικής πλημμύρας, που είχαμε ανέβει πάνω στην ταράτσα, είχα την ανάγκη να γράψω κάτι εκείνη την στιγμή, για να μου φύγει λίγο το άγχος, όσο οι υπόλοιποι κοιμόντουσαν μες το απόλυτο σκοτάδι. Εγώ έγραφα για να μην τα ξεχάσω, για να μείνουν. Σημείωνα οτιδήποτε μου ερχόταν στο μυαλό. Όταν μας απεγκλώβισαν, έπειτα από τέσσερις ημέρες, μας πήγαν σε ένα ξενοδοχείο όπου έμεινα για 2 μήνες. Και τότε, συνέχισα να γράφω κάθε βράδυ για να αποφορτιστώ, κι από τότε μου έχει γίνει συνήθεια να γράφω οτιδήποτε έχει σημασία για το χωριό μας» αναφέρει η κα Παππά στο enikos.gr.
Δύο χρόνια αργότερα, όπως λέει, μερικές φορές διαβάζει το ημερολόγιό της και όσα είχε γράψει, που αποτύπωναν τα όσα συνέβαιναν εκείνες τις τραγικές ημέρες, όπως τις χαρακτηρίζει. «Ακόμη και όταν επιστρέψαμε στο χωριό, συνέχισαν να είναι τραγικές. Εκτός από την μυρωδιά, που δεν αντεχόταν, υπήρχαν πάρα πολλές μύγες. Έχω μία φωτογραφία από ένα φλιτζάνι του καφέ, το οποίο είναι άδειο, αλλά κατάμαυρο από μύγες».
Διαβάζοντας για τον Σεπτέμβρη του 2023, κάποιες φορές απελπίζεται. «Το σπίτι μου το είχε φτιάξει ο πατέρας μου, και εγώ αργότερα το ανακαίνισα. Το αγαπάω πάρα πολύ αυτό το σπίτι, εδώ μεγάλωσα, εδώ έζησα, και εδώ ξαναγύρισα. Αλλά τώρα, το μισό είναι γκρεμισμένο και δεν μπορώ να μείνω», αναφέρει, και όσο συνεχίζει να μιλά, η φωνή της “χαμηλώνει”, χωρίς όμως να λυγίζει.
«17 Σεπτεμβρίου 2023 – Αντικρίζοντας το μισοκατεστραμμένο σπίτι στο χωριό μου»
«Σκέψεις και συναισθήματα.
Μου φαίνεται εμείς οι Καραγκούνηδες του Θεσσαλικού κάμπου, εκτός από φιλόξενοι, είμαστε και πολύ δυνατοί άνθρωποι. Δεν μπορώ να εξηγήσω διαφορετικά το δικό μου τρόπο αντιμετώπισης αυτών που αντίκρισα χθες, πηγαίνοντας στο σπίτι μου στο χωριό.
Εκτός από το απόλυτο εξωτερικό χάος και το νερό μέχρι το γόνατο, που υπάρχει ακόμη, βρήκα ένα σπίτι “διαμπερέσταστο” χωρίς δύο εξωτερικούς τοίχους. Οι υπόλοιποι ήταν ακόμη όρθιοι με μεγάλες ρωγμές όμως… Μέσα δεν μπήκα, και γιατί επικράτησε η λογική, μην πέσει η σκεπή πάνω στο κεφάλι μου, αλλά και επειδή δεν πολυχρειαζόταν μιας και το μέσα του ενός τουλάχιστον δωματίου ήταν τελείως ανοιχτό μπροστά μου.
Εκεί που θα περίμεναν όλοι να με δουν να στενοχωριέμαι, να κλαίω ίσως, ακόμη κι εγώ το περίμενα αυτό, ξαφνιάστηκαν με την αισιοδοξία και το χιούμορ που αντιμετώπισα την όλη κατάσταση. Έπεσαν δύο τοίχοι, ράγισαν οι υπόλοιποι. Άστους να πέσουν… Άνθρωποι δεν υπήρχαν μέσα να σκοτωθούν, αυτό ήταν το βασικότερο… Τώρα που δε θα έχουμε, πού την κεφαλήν κλίναι, τι μέλλει γενέσθαι; Ένας περίεργος μηχανισμός σκέψης λειτούργησε μέσα μου…
Σκέπη μας θα είναι το πυκνό φύλλωμα των πολλών δέντρων της αυλής τη μέρα και ο έναστρος ουρανός τη νύχτα. Να θυμηθούμε και τον παλιό καλό καιρό, που τα καλοκαίρια κοιμόμασταν όλοι μαζί κάτω από τις κουρουμπλιές (κορομηλιές), πάνω στις ψάθες.
(…) Περίεργος τρόπος σκέψης, θα μου πείτε… Περίεργος μηχανισμός άμυνας του οργανισμού για να διαχειριστεί δύσκολες και δυσάρεστες καταστάσεις, σκέφτομαι εγώ…
Το μόνο που με ενδιέφερε, όταν έφτανα στο σπίτι μου στο χωριό, ήταν να μη χαθούν όλα όσα ήταν στην αυλή, αυτά που τραβάνε όλα τα παιδάκια του χωριού να έρχονται να παίζουν μαζί με τα δικά μας ή και μόνα τους πολλές φορές… Τα ντουβάρια δε με νοιάζει να τα χάσω, τις χαρούμενες παιδικές φωνές όμως δε θέλω να τις χάσω.
Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου
Αν ο “Ντάνιελ” (άκου Ντάνιελ;) δε χτυπούσε τόσο σκληρά τη Θεσσαλία, θα ήταν για μας μια μέρα χαράς, μια μέρα γεμάτη με ήχους από θεσσαλικά τραγούδια, χορούς και άλλα δρώμενα, που θα τα χόρευαν στο Προάστιο χορευτές απ’ όλη τη Θεσσαλία ντυμένοι με τις παραδοσιακές καραγκούνικες φορεσιές. Μια τέτοια φορεσιά είχα έτοιμη κι εγώ… Θα ήταν το αποκορύφωμα των εκδηλώσεων του τριήμερου Συνεδρίου της Αμφικτυονίας των Θεσσαλών Καραγκούνηδων, στο οποίο θα συμμετείχαμε κι εμείς με θέμα εισήγησης, τραγική ειρωνεία.
(…) Αγαπημένα μου παιδιά, μην απογοητεύεστε, μη μασάτε, που λέτε κι εσείς… Κανένας Ντάνιελ, καμιά πλημμύρα δε θα μας αποτρέψει να συνεχίσουμε αυτό που ξεκινήσαμε. Εγώ θα είμαι εδώ κοντά σας, έστω και χωρίς στέγη, να οργανώσουμε παρέα όμορφες εκδηλώσεις στο χωριό μας… Ήμασταν είκοσι και κάτι παιδιά και νέοι. Τώρα που καταλάβαμε τι σημαίνει ένωση και αλληλεγγύη, μπορούμε να γίνουμε πολύ περισσότεροι.
Τα χωριά μας και η Μαραθέα και η Κόρδα έχουν πληγωθεί πολύ από την πλημμύρα… Καιρός νομίζω είναι να σηκώσουμε το κεφάλι ψηλά ,να σταθούμε στα πόδια μας, να θυμηθούμε τι σημαίνει Καραγκούνικο πείσμα…. Πείσμα και αισιοδοξία πως όλα μπορούν να γίνουν ,όπως πρώτα .. κι ακόμη καλύτερα…. Εκτός των άλλων ένας αέρας πολιτισμού και παράδοσης θα βοηθούσε πολύ σε αυτό…
Τέτοιες σκέψεις περνάνε από το δικό μου μυαλό περιμένοντας να ξημερώσει η Κυριακή, να πάω στο χωριό να βοηθήσω στην παραλαβή, την τακτοποίηση και το μοίρασμα των πραγμάτων που έρχονται από όλη την Ελλάδα».
«21 Σεπτεμβρίου 2023 – Τι είχαμε, τι χάσαμε…»
«Ύπνος εύκολα δεν με πιάνει όλον αυτόν τον τον καιρό, που το χωριό μου υποφέρει από την πλημμύρα και τις συνέπειές της. Αλλά και να με πιάσει, ξυπνάω μέσα στη νύχτα και όλο συλλογιέμαι… Τι είχαμε… Τι χάσαμε… Πώς θα τα καταφέρουμε να ξαναβρούμε τον εαυτό μας, την χαρά μας, το χαμόγελό μας… Πώς θα τα καταφέρουμε να ξαναβρούμε το κουράγιο και προπάντων, πού θα βρούμε τα χρήματα να ξαναστήσουμε από την αρχή όλο αυτό, που η μανία της βροχής, ίσως και κάποια ανθρώπινα λάθη, ή λάθος χειρισμοί, κατέστρεψαν…
Πολλά σπίτια γκρεμισμένα και άλλα ακατάλληλα να κατοικηθούν. Και τα υπόλοιπα σπίτια ξεγυμνωμένα από τα πάντα, μόνο με γυμνούς τους γεμάτους υγρασία και μαυρίλα τοίχους, περιμένουν τους κατοίκους να επιστρέψουν… Και επιστρέφουν. Κάθε μέρα είμαστε όλοι στο χωριό. Φορώντας τις κίτρινες στολές, τις ψηλές μπότες , τα γάντια και την ενισχυμένη μάσκα, πασχίζουμε να μαζέψουμε τα ασυμμάζευτα. Μέσα σε πολύ δύσκολες συνθήκες, βγάζουμε έξω στο δρόμο, πετάμε όλα όσα με κόπο έφτιαξαν οι γονείς μας, κι εμείς όλα τα χρόνια. Ακόμα και τις πόρτες των σπιτιών, γιατί όλα καταστράφηκαν από την πολυήμερη παραμονή μέσα στο βούρκο και το βρώμικο νερό που έφτανε σε πολλές περιπτώσεις μέχρι το ταβάνι.
Και ο περιβάλλων χώρος των σπιτιών… Τι να γράψω για τους όμορφους κήπους με τα πολλά λουλούδια, τα δέντρα, και το καλοκουρεμένο γκαζόν που έγιναν στην καλύτερη περίπτωση, βούρκος, με όλο της γης το ζωικό βασίλειο, μέσα, ζωντανό ή νεκρό… Πάμπολλες μύγες και κουνούπια, βατράχια που όλη τη μέρα κοάζουν, φίδια, σαύρες και άλλα ερπετά, ψαράκια που τα έφερε ο ποταμός. Όλα αυτά μαζί με κουφάρια από κότες, γάτες, σκυλιά, πρόβατα, συνθέτουν ένα περιβάλλον εντελώς ακατάλληλο για την παραμονή των ανθρώπων. Παρ όλα αυτά, κατά τη διάρκεια της μέρας όλοι είμαστε εκεί και δουλεύουμε ασταμάτητα για τη βελτίωση του χώρου μας. Κι ύστερα, κουρασμένοι και ταλαιπωρημένοι, επιστρέφουμε τα βράδια στο μέρος, όπου φιλοξενούμαστε, ή όπου φρόντισε ο δήμος να μας τακτοποιήσει προσωρινά.
Μέχρι την Παρασκευή το πρωί μπορούμε να μείνουμε εδώ στο ξενοδοχείο σαράντα περίπου άνθρωποι., γιατί μετά το χρειάζονται… Κι ύστερα πού; Αναρωτιέμαι. Στα γκρεμισμένα σπίτια ή και στα άλλα που δεν είναι ακόμη έτοιμα να κατοικηθούν; Πού θα πάνε τόσοι άνθρωποι; Όλα αυτά συλλογιέμαι τα βράδια και ύπνος δε με πιάνει, παρ’ όλη την κούραση της μέρας…».
Τα παραπάνω είναι μερικά από τα αποσπάσματα που θέλησε να μοιραστεί η κα Παππά από το προσωπικό της ημερολόγιο. Όπως λέει, είχε μία νότα αισιοδοξίας για το χωριό, την οποία προσπάθησε να δώσει και στους συγχωριανούς της, που τους έβλεπε απελπισμένους. «Έλεγαν ότι τερμάτισε το χωριό και δεν θα ξαναγυρίσουμε ποτέ. Ήταν σαν πένθος. Εγώ επέμενα πως δεν γίνεται άλλο όλο αυτό. Πρέπει να τονωθεί ο κόσμος. Και έτσι έγινε. Πλέον, όσο γίνεται, όλοι έχουν πάρει τα πάνω τους, γιατί οι περισσότεροι είδαν ότι μπορούσαν να τα καταφέρουν, και τα κατάφεραν».
«Έπαψα να κοιτάω το μισογκρεμισμένο σπίτι μου»
Φτάνοντας στο σήμερα, η κα Παππά, αναφέρει πως στη Μαραθέα υπάρχουν ακόμα όλα τα μπάζα στα οικόπεδα, αφού δεν έφτασε ακόμη η σειρά του χωριού της για να μαζευτούν. Οι δρόμοι, έχουν καθαριστεί, και όσα αντικείμενα υπήρχαν έξω από τα σπίτια, έχουν απομακρυνθεί. Κάποιες κατοικίες, είναι εντελώς γκρεμισμένες, άλλες μισογκρεμισμένες, κι άλλες έχουν φτιαχτεί στο βαθμό που είναι εφικτό.
«Στην αρχή έμπαινα και μέσα στο δικό μου σπίτι, το τολμούσα παρόλο που ήταν επικίνδυνο, γιατί ήθελα, κι ας στεναχωριόμουν. Κάποια στιγμή όμως έπαψα να το κοιτάω. Ήταν το χειρότερο οικόπεδο στο χωριό και ήταν αδύνατο να καθαριστεί. Μάζευα, έκαιγα, και πέταγα.. Μέχρι και τώρα που ασχολούμαι, το βάφω, δεν θέλω να το κοιτάζω. Από την άλλη, επικρατεί ένα περίεργο συναίσθημα. Ενώ θέλω να “φύγει”, να νιώσω καλά και να μην το βλέπω, όσο φτάνει ο καιρός που όντως θα συμβεί αυτό, πάλι στεναχωριέμαι. Για εμένα δεν είναι μπάζα, είναι όλη μου η ζωή, όλες μου οι αναμνήσεις».
Η ίδια, κρατάει ακόμη κάποια πράγματα, κι ας είναι λασπωμένα, στην αγροτική αποθήκη που διατηρεί, μακριά από το σπίτι της. Την χαρακτηρίζει σαν μουσείο, που είναι γεμάτο με παλιά αντικείμενα που μάζευε χρόνια. «Τα έβγαλα όλα, τα έπλυνα, τα έβαλα ξανά μέσα. Φωτογραφίες με τους παππούδες μου, με τους γονείς μου, με εμένα παιδί. Με την ελπίδα ότι θα καταφέρω να σώσω κάτι».
Οι συναντήσεις τις Κυριακές
Στο χωριό οι περισσότεροι κάτοικοι έχουν καταφέρει να φτιάξουν ξανά τα σπίτια τους. «Μπορεί να είναι λίγο άδεια γιατί δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα, όσοι δεν πήραν αποζημιώσεις, αλλά σίγουρα είναι σε μία καλή κατάσταση. Ορισμένα μάλιστα, είναι καλύτερα ακόμη και πριν από την πλημμύρα. Όλοι έχουν διορθώσει τις αυλές, τους κήπους, επειδή οι συγχωριανοί μου πάντα τους αγαπούσαν και τους έχουν περιποιηθεί. Βλέπεις λουλούδια, γκαζόν. Εγώ δυστυχώς δεν έχω καταφέρει να τη φτιάξω μέχρι το σημείο που πρέπει. Η αυλή μου ήταν γεμάτη με κυψέλες, άχυρα, μπάλες από χορτάρια, βαρέλια, παλέτες. Κάθε μέρα όμως, πηγαίνω και ασχολούμαι, ενώ είμαι φιλοξενούμενη σε ένα συγγενικό σπίτι».
Όμως, η κα Παππά θέλει να επιστρέψει στο σπίτι της… Το μόνο καλό όπως λέει, είναι πως κατοικεί κοντά σε αυτό, σε ένα σπίτι που υπέστη και εκείνο πάρα πολλές ζημιές και το έφτιαξε και με δικά της έξοδα. «Κάθομαι εδώ, για να είμαι κοντά στο δικό μου, για να μπορώ κάθε μέρα να πηγαίνω το πρωί». Μάλιστα, όπως αναφέρει, θα ξεχειμωνιάσει στο χωριό, γιατί «προσπαθώ να γράψω ένα βιβλίο με την ιστορία του».
Στη Μαραθέα φτιάχτηκε και το νηπιαγωγείο-δημοτικό σχολείο που φιλοξενεί περίπου 20-25 μικρούς μαθητές. «Το έφτιαξε η Ένωση Εφοπλιστών το Πάσχα. Όπου υπάρχουν παιδιά, υπάρχει χαρά. Ακόμη και με τις συγχωριανές μου, αν και είχαμε χαθεί, τώρα βρισκόμαστε σχεδόν κάθε Κυριακή, και είμαστε όλο και περισσότερες. Έχω αισιοδοξία για το χωριό, αλλά δεν έχω για εμένα… Την χάνω λιγάκι. Φοβάμαι ότι δεν θα μπορέσω να κάνω κάτι οικονομικά για το σπίτι μου. Η καρδιά μου είναι εκεί. Όσο είμαι γερή στην υγεία μου, δεν θα φύγω από το χωριό, και θα προσπαθήσω να το φτιάξω».

























Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου