
Γράφει ο Γιώργος Καραγεώργος
Θέλω να ανοίξω ένα καφενείο…
Ξέρετε μωρέ, από εκείνα τα παραδοσιακά με τις ψάθινες καρέκλες, τα ξύλινα τετράγωνα τραπέζια με τα μεταλλικά τασάκια πάνω τους, την ξυλόσομπα λαμπαδιασμένη σε μια γωνιά, και τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες να κρέμονται στους τοίχους.
Από εκείνα τα παλιά ντε, που όταν θα ανοίγει ο καιρός, απ΄ έξω θα υπάρχει μια πλατεία, κάπου σε ένα μικρό χωριό, κι ένας μεγάλος πλάτανος που κελαηδούν τζιτζίκια και σπουργίτια, να κάθονται οι θαμώνες μου, εκεί έξω στα καθίσματα, να ευφραίνεται η ψυχή τους.
Ένα καφενείο από εκείνα εκεί τα βίντατζ, τα βγαλμένα από μια άλλη εποχή, πιο όμορφη, πιο ανθρώπινη και πιο αθώα.
Να παίζει Καζαντζίδη και Χαρούλα στο ραδιόφωνο, να παίζει Γλυκερία, Μητροπάνο και Βιτάλη.
Να μοσχοβολάει ο τόπος καφέ ελληνικό, λουκούμι, ουζάκι και γαύρο μαρινάτο.
Να είναι γεμάτο με γλάστρες απ΄ όλων των λογιών τις τριανταφυλλιές, βασιλικό πλατύφυλλο και με γαρυφαλλιές ολάνθιστες.
Θέλω να ανοίξω ένα καφενείο, και πάνω από την πόρτα του, που θα είναι πάντοτε ανοιχτή, θα υπάρχει μια ταμπέλα. Να βάλω λέει ένα παιδί να μου την ζωγραφίσει όπως του κάμει κέφι, και να γράψει, έστω κι ανορθόγραφα, “κοπιάστε όσοι είστε ανθρώπινοι”.
Θέλω, σας λέω, να ανοίξω ένα καφενείο…
Όχι για να τα κονομήσω, ποτέ μου δεν με νοιάζαν τα λεφτά, με νοιάζανε οι ανθρώποι!
Ένα καφενείο αλλιώτικο από τα άλλα, που θα είναι μονάχα για ονειροπαρμένους, ερωτευμένους και τρελούς, και για κανέναν άλλον.
Να είμαι εγώ το αφεντικό, μαζί με την κυρά μου.
Να λέω και να ακούω τις πιο όμορφες του κόσμου ιστορίες.
Να τραγουδάμε όλοι μαζί, άμα μας κάμει κέφι.
Να σηκώνονται όρθια τα αρσενικά κρατώντας κομπολόι κεχριμπάρι, και με τα χέρια τους τέρμα ανοιχτά, κοιτώντας μέσα στα μάτια τον Θεό, να ρίχνουνε μια ζεμπεκιά σεκλετιασμένη.
Να κλαίμε, να γελάμε, να νιώθουμε όπως θέλουμε κι όπως μας γουστάρει, χωρίς ντροπές και δίχως εξηγήσεις.
Να μην υπάρχουνε παρέες, παρέα να ‘μαστε όλοι!
Τι λέτε, όλοι εσείς οι ονειροπαρμένοι, οι ερωτευμένοι κι οι τρελοί, θα ΄ρθήτε για πελάτες;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου