
Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου
Λένε πως υπάρχει μια κόκκινη κλωστή που ενώνει δυο ανθρώπους.
Άνθρωποι γραμμένοι ο ένας στο δέρμα του άλλου, με τρόπο που δεν εξηγείται.
Μπορεί να χαθούν, να φύγουν, να διαλέξουν άλλες ζωές — αλλά δεν ξεχνιούνται.
Η κλωστή αυτή δεν είναι απαραίτητα ήρεμη.
Δεν είναι πάντα ρομαντική.
Άλλοτε πονάει, άλλοτε λυγίζει, άλλοτε μοιάζει να έχει χαθεί μέσα στο θόρυβο της καθημερινότητας.
Μα δεν σπάει. Τεντώνεται.
Όσο αντέχουν κι οι δύο. Όσο βαστούν οι ψυχές τους.
Μπορεί να περάσουν χρόνια.
Να έχεις αγαπήσει αλλού, να έχεις χτίσει μια ζωή ολόκληρη.
Μα κάπου μέσα σου, υπάρχει αυτό το “κάτι”.
Που δεν έκλεισε ποτέ. Που δεν τελείωσε. Που απλώς περίμενε.
Κι όταν έρθει η στιγμή, δεν χρειάζονται λέξεις.
Ένα βλέμμα αρκεί.
Ένα άγγιγμα που μοιάζει σαν να συνεχίζει κάτι που δεν κόπηκε ποτέ.
Μπορεί να ήσουν αλλού, μπορεί να ήσουν χαμένος,
μα η κλωστή τραβήχτηκε — κι ήξερες.
Ήξερες πως ήρθε η ώρα.
Όχι να ξεκινήσεις κάτι.
Αλλά να επιστρέψεις σε αυτό που υπήρξε πάντα εκεί.
Υπομονετικό, σιωπηλό, αλλά παρόν.
Γιατί αυτό κάνει η αγάπη που δεν κάηκε.
Μένει.
Και περιμένει.
Όχι για να σε σώσει. Αλλά για να σου θυμίσει ποιος είσαι.
Ο ένας γίνεται το καταφύγιο του άλλου.
Όχι επειδή δεν υπάρχουν καταιγίδες πια.
Αλλά επειδή, επιτέλους, υπάρχει κάποιος να κρατήσει την ομπρέλα όταν ξεσπάνε.
Δεν είναι παραμύθι αυτό.
Είναι για εκείνους που άντεξαν τον χρόνο, τους λάθος δρόμους, τις απόπειρες να ξεχάσουν.
Είναι για εκείνους που ένιωσαν ότι κάτι τους λείπει,
κι ας είχαν τα πάντα.
Γιατί μερικές ψυχές είναι ραμμένες με την ίδια κλωστή. Είναι μπάλωμα στο ίδιο πάπλωμα.
Καμιά φορά αταίριαστα μπαλώματα, μα ραμμένα μεταξύ τους με κόκκινη κλωστή από ατσάλι.
Και δεν έχει σημασία πόσα χρόνια πέρασαν,
ή πόσα “σχεδόν” προηγήθηκαν.
Όταν τραβήξει η κλωστή,
εκείνη τη μία φορά,
δεν ρωτάς.
Γυρίζεις.
Εκεί που ανήκεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου