Tο μύνημα της ημέρας

Δεν είμαστε ειλικρινείς όταν έρχεται ένας φίλος να μας ανοίξει την καρδιά του κι εμείς τον στήνουμε στον τοίχο φορτώνοντάς τον με επιπλέον άσχημα συναισθήματα.

Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2024

Ο θρυλικός σαλπιγκτής του Ολυμπιακού «Αττίλιο» και ιστορίες οπαδικής τρέλας




Μια ημέρα σαν σήμερα, στις 11 Νοεμβρίου του 1994, έφυγε από τη ζωή ο Βασίλης Δουρίδας, ο θρυλικός «Αττίλιο» της κερκίδας των φανατικών οπαδών του Ολυμπιακού.
Ο θρυλικός Αττίλιο της ερυθρόλευκης κερκίδας 



Πειραιάς. Λιμάνι. Μπάλα. Καραϊσκάκη. Κόκκινο. Άσπρο. Ολυμπιακός. Κερκίδα. Τσιμέντα. Θύρα 7. Τρομπέτα και... «όλοι χέρια. Όλοι ρε. Πάμε δυνατά»! Μέρη. Συναισθήματα. Ήχοι. Μνήμες. «Θυμάμαι, ακόμα ήμουν παιδάκι...».

Για τους παλιούς (γηπεδικούς) Ολυμπιακούς οι περισσότερες από αυτές τις λέξεις συνδέονται με ένα ονοματεπώνυμο. Βασίλης Δουρίδας. Ο θρυλικός «Αττίλιο» της ερυθρόλευκης κερκίδας. Η απόδειξη πως ο οπαδός είναι πιστός στρατιώτης μίας ιδέας.


«Πρέπει να σταματήσεις να παίζεις. Τα πνευμόνια σου δε θ’ αντέξουν», του έλεγαν οι γιατροί. «Και τι να την κάνω τη ζωή χωρίς τον Ολυμπιακό», αναρωτιόταν εκείνος. Και συνέχιζε να πηγαίνει στο Καραϊσκάκη. Και έπαιρνε θέση στην κερκίδα. Στο μεγάλο «Π» κάτω από το ρολόι της «7» ή χαμηλά στο κάγκελο. Έπαιρνε φορά, φούσκωνε τα πνευμόνια του και έδινε παλμό.

Ο Βασίλης Δουρίδας, πέθανε μια ημέρα σαν σήμερα, στις 11 Νοεμβρίου του 1994 αλλά ακόμα και σήμερα, οι νέες γενιές των Ολυμπιακών, ακούνε από τα μεγάφωνα τον ήχο της σάλπιγγας του θρυλικού «Αττίλιο», σηκώνουν τα χέρια ψηλά στον πειραϊκό ουρανό και φωνάζουν με όση δύναμη έχουν το όνομα της ομάδας.

Και αν ο «Αττίλιο» βρίσκεται κάπου που μπορεί να τους ακούσει τότε είναι σίγουρο πως θα γελάει ικανοποιημένος.
«Στα σκαλοπάτια και στα τσιμέντα...»

Ο Βασίλης Δουρίδας, γεννήθηκε το 1942, μέσα στα μαύρα χρόνια της ναζιστικής κατοχής, στην Αθήνα. Μπορεί να μεγάλωσε στην πρωτεύουσα αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να λατρέψει τον Ολυμπιακό. Βλέπετε εκείνη την εποχή ακόμα, υπήρχε αυτός ο… τοπικός διαχωρισμός ανάμεσα στους οπαδούς των ερυθρόλευκων και εκείνους του μισητού και αιώνιου εχθρού, Παναθηναϊκού.

Ο μικρός Βασίλης ήταν καλός στα μαθήματα και με τη βοήθεια των γονιών του κατάφερε να τελειώσει το σχολείο και να μπει στην ιατρική σχολή. Παράλληλα, ωστόσο, αγαπούσε το ποδόσφαιρο, λάτρευε την ομάδα του και σχεδόν κάθε Κυριακή βρισκόταν όπου έπαιζε ο Ολυμπιακός.


Σπούδαζε αλλά το βασικό του μέλημα μέσα στην εβδομάδα ήταν να καταφέρει να βρει λεφτά για να βγάλει εισιτήριο, ώστε, την Κυριακή να πάει στο σπίτι του. Στο Καραϊσκάκη.

Κάποια στιγμή και ενώ διένυε το τέταρτο έτος των σπουδών του στην ιατρική σχολή της Αθήνας, ο Βασίλης το πήρε απόφαση. Ζωή για εκείνον ήταν ο Ολυμπιακός και αυτόν θα υπηρετούσε. Παράτησε τις σπουδές του και έπιασε δουλειά προκειμένου να έχει τα χρήματα, ώστε, να έχει εξασφαλισμένο το εισιτήριο του κυριακάτικου αγώνα ή τα έξοδα για ν’ ακολουθεί τον Ολυμπιακό στα έκτος έδρας ματς που έδινε.

Όλα τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Ο Βασίλης Δουρίδας αφιερώθηκε στη μεγάλη του αγάπη και έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας του Ολυμπιακού.


Στην αρχή της οπαδικής του... καριέρας ο Β. Δουρίδας ήταν απλά ένας από τους χιλιάδες οπαδούς του Ολυμπιακού που πήγαιναν στο γήπεδο. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, ωστόσο, άρχιζε να ξεχωρίζει για το πάθος του. Τότε είναι η εποχή που για πρώτη φορά πήρε μαζί του στο γήπεδο μια σάλπιγγα για να δίνει ρυθμό στους οπαδούς, ώστε, να είναι πιο αποτελεσματική η ενίσχυση στην ομάδα.

Τότε ο Βασίλης καθόταν στα «ορεινά» της θύρας 10. Κυριλέ και ακριβή θύρα θα μπορούσε να πει κάποιος. Δε χωρούσε οπαδούς με το πάθος του. Εκεί οι φίλαθλοι πάνε περισσότερο να δουν τον αγώνα παρά να ενισχύσουν την ομάδα. Έτσι πήρε την τρομπέτα του και μαζί με την παρέα που είχε φτιάξει, μετακόμισαν κάτω από το ρολόι της θύρας 12+1 (οι πιστοί οπαδοί του Ολυμπιακού δε λένε ποτέ τον αριθμό που προκύπτει από το συγκεκριμένο άθροισμα) του παλιού σταδίου Καραϊσκάκη. Εκεί, στο πέταλο, έφτιαξαν έναν μικρό πυρήνα τρελαμένων που σε κάθε αγώνα έστηνε τρελό γλέντι. Μπροστάρης πάντα ο Βασίλης με τη σάλπιγγά του.

Η παρέα ολοένα και μεγάλωνε και κάποια στιγμή έπεσε η ιδέα να φύγουν από τη θύρα με τον κακό αριθμό και να πάμε απέναντι, στη Θύρα 7 όπου και εκεί υπήρχε ένας μεγάλος πυρήνας τρελαμένων Γαύρων. Αυτό ήταν. Ο Β. Δουρίδας δεν έφυγε ποτέ ξανά από εκεί. Από εκείνο το μετερίζι υπηρέτησε πιστά τον Ολυμπιακό για περίπου δυο δεκαετίες.

Εκεί, άλλωστε, ήταν και το σημείο που απέκτησε το παρατσούκλι του. Λέγεται πως μια ημέρα, μπήκε φουριόζος (πάντα κρατώντας στα χέρια του τη σάλπιγγα) μέσα στην κερκίδα και έπεσε κατά λάθος πάνω σε έναν άλλο οπαδό των ερυθρόλευκων. Εξαιτίας του όγκου του Δουρίδα, ο… άτυχος οπαδός έπεσε πάνω σε άλλα άτομα και όλοι μαζί μετακινήθηκαν μερικά μέτρα. Τότε ένας από αυτούς είπε προς τον φουριόζο Βασίλη: «Σιγά ρε φίλε! Ποιος είσαι; Ο Αττίλιο;» αναφερόμενος σε έναν διάσημο ασιάτη παλαιστή της εποχής. Ακολούθησαν στιγμές ασταμάτητου γέλιου και τρομερών πειραγμάτων.

Αυτό ήταν. Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα ο Ολυμπιακός είχε αποκτήσει τον σαλπιγκτή του που ονομαζόταν «Αττίλιο».

«Ποιος είναι ο λόγος για να ζω χωρίς τον Ολυμπιακό»

Ο «Αττίλιο» σταδιακά έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της ερυθρόλευκης κερκίδας, κερδίζοντας τον σεβασμό όλων. Μόλις άρχιζε να σαλπίζει τον γνωστό και αγαπημένο ρυθμό, όλοι σταματούσαν ότι έκαναν, σήκωναν τα χέρια ψηλά, «ακολουθούσαν» χτυπώντας ρυθμικά παλαμάκια και στο τέλος φώναζαν όλοι μαζί μέχρι να κλείσει η φωνή τους: «Ο-λυ-μπι-ακός, Ο-λυ-μπι-ακός»!

Δεν ήταν, πάντως, όλα ρόδινα στην οπαδική καριέρα του «Αττίλιο». Τον Απρίλιο του 1972, μετά το τέλος του αγώνα με τον Ολυμπιακό Βόλου, συνελήφθη από την αστυνομία της χούντας και δικάστηκε από τα όργανα του καθεστώτος «δια διέγερσιν εις απείθειαν» επειδή παρότρυνε τον κόσμο να μη διαλυθεί, έξω από τη θύρα 1 του γηπέδου, όπως διέτασσε η Αστυνομία. Το τριμελές πλημμελειοδικείο Πειραιώς τον καταδίκασε σε 4 μήνες φυλάκιση, με αναστολή.

Στα μέσα εκείνη της δεκαετίας έγινε και το αδιανόητο. Ο «Αττίλιο» πικραμένος ήρθε σε ρήξη με τη μεγάλη του αγάπη. Ή πιο σωστά με τη διοίκηση του Ολυμπιακού καθώς θεωρούσε πως η αντιμετώπιση του συλλόγου στο πρόσωπό του ήταν άδικη. Και επειδή «το γινάτι, βγάζει μάτι», πήρε την τρομπέτα του και πήγε να οργανώνει την κερκίδα του Εθνικού! Σύντομα, ωστόσο, διαπίστωσε πως το κλίμα εκεί δεν τον σηκώνει και ήθελε πάλι τα ερυθρόλευκα. Οι οπαδοί του Ολυμπιακού δεν του κράτησαν κακία για το συγκεκριμένο ατόπημα και επέστρεψε στη φυσική του θέση. Πάνω στο κάγκελο της Θύρας 7.

Ο «Αττίλιο» έφαγε και πολύ ξύλο. Είτε από άνανδρες επιθέσεις που δέχθηκε από αντίπαλους οπαδούς, είτε ακόμα και από «ανθρώπους» του Ολυμπιακού, όπως κάτι… «φουσκωτοί» του τότε προέδρου της ομάδας Αργύρη Σαλιαρέλη που δε δίστασαν να χτυπήσουν τον «Αττίλιο» όταν εκείνος και μερικοί ακόμα ερυθρόλευκοι οπαδοί πήγαν στα γραφεία της ΠΑΕ να διαμαρτυρηθούν για την κατάντια της ομάδας.

Αλλά δεν ήταν μόνο το ποδόσφαιρο. Ήταν και το μπάσκετ αλλά και τα αθλήματα του ερασιτέχνη και ειδικά στο αγαπημένο του βόλεϊ. Καραϊσκάκη, Παπαστράτειο, ΣΕΦ. Και όχι μόνο εντός έδρας αλλά και εκτός. Όπου υπήρχε η ερυθρόλευκη ριγωτή με τον δαφνοστεφανωμένο στην πλευρά της καρδιάς, υπήρχε και ο Αττίλιο.

Όλα αυτά τα χρόνια στις κερκίδες, ωστόσο, φαίνεται πως άφησαν το σημάδι στην υγεία του «Αττίλιο». Μεγαλύτερος σε ηλικία, πλέον, ίσως θα έπρεπε να ρίξει… ρυθμούς. Ζωή, χωρίς, Ολυμπιακό, ωστόσο, ζωή δεν λογιέται και έτσι ο Β. Δουρίδας συνέχισε να βρίσκεται πάντα δίπλα στην ομάδα του.



Οι γιατροί τον προειδοποιούσαν να σταματήσει. Εκείνος, όμως, τους αγνοούσε. Μπροστά στη μεγάλη του αγάπη, δεν υπολόγιζε τίποτα.  «Ο Θεός να μου κόβει μέρες και να τις δίνει στον Ολυμπιακό», τους έλεγε!

Ακόμα και στη δουλειά του ο «Αττίλιο» έκανε πλάκα και μιλούσε για τον Ολυμπιακό. Εργαζόταν ως υπάλληλος μιας τράπεζας αίματος στην πλατεία Κάνιγγος και πείραζε τους Παναθηναϊκούς επειδή είχαν... κόκκινο αίμα!

Το βράδυ της 11ης Νοεμβρίου του 1994 η σάλπιγγα του Θρύλου, σίγησε για πάντα. Ο «Αττίλιο» έφυγε από τη ζωή, εξαιτίας πνευμονικού οιδήματος, που τον ταλαιπωρούσε χρόνια. Ο ίδιος, μέχρι και τις τελευταίες ημέρες του, έλεγε πως «μόνο όταν μπαίνω στο γήπεδο ως εκ θαύματος νιώθω καλά».

Κηδεύτηκε στο κοιμητήριο των Αγίων Αναργύρων σε κόκκινο φέρετρο όπως είχε ζητήσει από τη σύζυγό του, Αριστέα. Στο τελευταίο αντίο της πιο θρυλικής μορφής της ερυθρόλευκης κερκίδας, παραβρέθηκε η ποδοσφαιρική ομάδα, ο τότε πρόεδρος Σωκράτης Κόκκαλης και πολλές εκατοντάδες ανώνυμοι οπαδοί.

Από τότε το ηχογραφημένο σάλπισμα του ακούγεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα στο Καραϊσκάκη, με τις νέες γενιές οπαδών του Ολυμπιακού να τιμούν τον «Αττίλιο», φωνάζοντας δυνατά: «τα χρόνια περνάνε, ποτέ δε σε ξεχνάμε»… 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου