Tο μύνημα της ημέρας
Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2024
Σαλεπιτζήδες: Τα «νυχτοπούλια» που τόνωναν τους Αθηναίους
Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Οι σαλεπιτζήδες, οι οποίοι εξαφανίστηκαν με το πέρασμα του χρόνου, ήταν παλαιότερα οι κατεξοχήν χειμωνιάτικοι υπαίθριοι επαγγελματίες, όπως οι καστανάδες. Το παχύρρευστο τονωτικό και μαλακτικό αφέψημα, η ευχάριστη χειμωνιάτικη συντροφιά, παρασκευαζόταν από αποξηραμένους και αλεσμένους κονδύλους της ρίζας ορισμένων ειδών ορχιδέας, οι οποίοι έβραζαν σε αλευρόνερο για να αποβάλουν την πικράδα τους. Το θερμό ρόφημα προσφερόταν στον πελάτη σε μικρά ποτήρια, όμοια με εκείνα του κρασιού, και αρωματιζόταν με κανέλα ή σκόνη ζιγγιβέρεως, όπως αποκαλούσαν οι λόγιοι τη γνωστή μας πιπερόριζα ή τζιτζιμπίρι.
Σαλεπιτζής, σκίτσο Κ. Δημητριάδη.
Το σύνολο της καλογυαλισμένης συσκευής των σαλεπιτζήδων ονομαζόταν «τακίμι» (τουρκ. takim) και είχε τα πάντα. Από κάτω αναμμένα κάρβουνα και από πάνω η χύτρα που περιείχε το εμπόρευμα. Γύρω γύρω από τη χύτρα θέσεις για τα ποτήρια και παράπλευρα μία βρυσούλα, η οποία συνδεόταν με το ντεπόζιτο. Διέθετε βεβαίως και νερό για να ξεπλένονται τα ποτηράκια. Σε άλλη θέση, στο κυκλικό στεφάνι, τοποθετούσαν το κουτί με τη ζάχαρη και την κανέλα. Όλα με τάξη και μελετημένα, ώστε να μεταφέρονται εύκολα, μα είναι γρήγορο και άνετο το σερβίρισμα και να μην προκαλούνται ζημιές. Αλλά είναι ελάχιστα γνωστό ότι οι σαλεπιτζήδες ήταν οι πωλητές του προϊόντος το οποίο στην πραγματικότητα ανήκε στον τακιμτζή, δηλαδή στον εργολάβο που διέθετε το τακίμι και παρασκεύαζε το ρόφημα. Ο πωλητής ήταν με ποσοστά και ο εργολάβος του διέθετε κοινοβιακό χώρο για να διαμένει και φαγητό, το οποίο συνήθως αποτελούνταν από όσπρια και χόρτα, τα οποία σπάνια περιείχαν λάδι.
Οι περισσότεροι σαλεπιτζήδες κατάγονταν από την Ήπειρο ή τη Θεσσαλία και, όταν ξέφτισε το επάγγελμα, συνέχισαν τη δραστηριότητά τους ως καστανάδες με τις φουφούδες τους. Υπήρχαν οικογένειες που δημιούργησαν παράδοση με την υπαίθρια αυτή δραστηριότητα, η οποία περνούσε από τον πατέρα στον γιο. Οι υπαίθριοι αυτοί επαγγελματίες ξεκουράζονταν τη μέρα και παραλάμβαναν τα τακίμια τους αργά το βράδυ. Το περιεχόμενό τους είχε μετρηθεί σε ποτηράκια και είχαν υπολογιστεί με ακρίβεια η κανέλλα και η πιπερόριζα. Στη συνέχεια αναζητούσαν τους πελάτες τους από τις πρώτες μεταμεσονύκτιες ώρες ως το λυκαυγές. Ξεπρόβαλλαν τα χαράματα γύρω από την Ομόνοια, στις οδούς Αθηνάς και Σοφοκλέους, ή στην Αγορά, αλλά και στο λιμάνι του Πειραιά για να διαλαλήσουν το εμπόρευμά τους. Έφταναν όμως και στη Βουλή τις χειμωνιάτικες νύκτες που οι εθνοπατέρες συνέχιζαν ως τις πρώτες ώρες το θεάρεστο έργο τους. Την περίοδο λοιπόν των παννυχίδων της Βουλής οι σαλεπιτζήδες έκαναν την εμφάνισή τους όχι μόνον στον περίβολο, αλλά και εντός των διαδρόμων του βουλευτηρίου.
Σαλεπιτζής στην Ομόνοια.
Από τις αρχές του 20ού αιώνος έως το ξέσπασμα του πολέμου ήταν εξαιρετικά διαδεδομένο το σαλέπι. Στην αρχή εμφανίστηκε στους δρόμους της πόλης, με ρυπαρούς και γραφικούς σαλεπιτζήδες. Γρήγορα όμως απέκτησε ξεχωριστή πελατεία και δεν άργησαν να φανούν και σαλεπιτζίδικα στην Αθήνα, με αγουροξυπνημένους κυρίως πελάτες. Χαρακτηριστικό τους, ο θόρυβος που γινόταν από τους πάντα βιαστικούς πελάτες, γεγονός που εισήγαγε στην καθομιλουμένη τη φράση «το’ κανε σαλεπιτζίδικο», η οποία αντιστοιχούσε στην πολυθόρυβη ατμόσφαιρα. Αργότερα το ανατολίτικο σαλέπι εισχώρησε και στα είδη του καφενείου, όπου το σέρβιραν συνήθως προς αποκατάσταση στομαχικών διαταραχών, οι οποίες είχαν προκληθεί από νυχτερινή, άπληστη και ασυγκράτητη κρασοκατάνυξη. Εξάλλου, ήταν η εποχή που μπορούσε ο πελάτης να απολαύσει στο καφενεία μακρά σειρά αφεψημάτων θεραπευτικών βοτάνων, όπως τίλιο, φασκόμηλο, δυόσμο, λουΐζα, κ.ά.
Ετυμολογία μέχρι τους Άραβες
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως έχει και η ετυμολογία των λέξεων σαλεπιτζής και σαλέπι. Η προέλευση της λέξης είναι τουρκική (σαλεπ-τζη – salepci), αλλά η καταγωγή αραβική –sahlab-, η οποία, σύμφωνα με τους λεξικογράφους, παραπέμπει σε αραβική φράση με αρχική σημασία «όρχεις της αλεπούς»[1]. Εξάλλου, το φυτό «όρχις» με τα περισσότερα από 1.000 είδη του είναι το γνωστό στη χώρα μας σερνικοβότανο (αρσενικό βοτάνι) ή σαλέπι.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου