Tο μύνημα της ημέρας

Άντε ρε ανθρωπάκο.. άντε.. μας το παίζεις και δικαστής. Φτιάξε βρε τα άσχημα πρώτα του δικού σου εαυτού και της δικής σου ζωής, και άσε των άλλων.

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2024

Μία γυναίκα ήπιων τόνων.

 

Behind the Mask 
Της έλεγαν πάντα να σέβεται τον άλλον.
Να μην αντιμιλά.

Κανείς δεν της είχε πει όμως,
πως έπρεπε να μάθει και
να διεκδικεί.
Μιλούσε πάντοτε ευγενικά και έμαθε να καταπίνει το
θυμό της και τα λόγια της, όταν της έλεγαν κάτι που την πίκραινε.
Έπνιγε το δίκιο της, γιατί διαρκώς αντηχούσε στα
αυτιά της, η λέξη σεβασμός.
Αυτό της είχε μάθει να κάνει
η οικογένειά της και αυτό έκανε.
Και τα χρόνια πέρασαν και
από μικρό κορίτσι, έγινε μία ενήλικη γυναίκα.
Μία γυναίκα ήπιων τόνων.
Ο σεβασμός την είχε κάνει έτσι.
Και ήρθαν οι αγάπες και της χτύπησαν τη πόρτα.
Και όλες κοίταξαν να επωφεληθούν από την καλοσύνη της και την
ευγένειά της.
Και η κατανόηση που έδειχνε, έγινε εκμετάλλευση.
Αφού δεν μιλούσε, μπορούσαν να της φερθούν όπως τους άρεσε!
Η καρδιά της τσακισμένη από
την συμπεριφορά τους, έπαψε πλέον να ελπίζει στην αγάπη.
Είχε μάθει πια, πως τον σεβασμό που έδειχνε τον κορόϊδευαν.
Και όταν θέλησε να αντιδράσει, πάλι οι δικοί της
της είπαν, πως δεν την τιμά
ένας τέτοιος χαρακτήρας, γιατί με άλλες αρχές ήταν μεγαλωμένη.
-Ο καλός ο άνθρωπος της έλεγαν, θα εκτιμήσει τη
διαγωγή σου.
Θα λατρέψει αυτό που είσαι.
Γιατί είσαι σπάνια.
Μοναδική!
Κι αυτή τους πίστεψε ξανά.
Και ο χρόνος κύλησε και
οι δικοί της "έφυγαν", χωρίς
ποτέ τους να γευθούν χαρές δικές της.
Κι έμεινε μόνη, σ' ένα κόσμο
σκληρό και απάνθρωπο στο
μεγαλύτερο σύνολό του.
Ούτε ένας δεν βρέθηκε,
ν' αγαπήσει τη τρυφερή και
άδολη καρδιά της.
Η τόση καλοσύνη της μεταφραζόταν σαν χαζομάρα,
γιατί κανένας δεν μπορούσε να πιστέψει, πόσο καλή ήταν
στ' αλήθεια.
Άσπρα μαλλιά στόλισαν το κεφάλι της και η καρδιά
της έκλαιγε, για την απέραντη
μοναξιά που ένιωθε.
Ο σεβασμός που πιστά υπηρέτησε σε όλη της τη ζωή,
της είχε χαρίσει μόνο μοναξιά.
Λύπη προξενούσε η φιγούρα της, σαν την έβλεπαν στο
δρόμο να περνά.
Ο κόσμος!
Ο παντογνώστης και ο κριτής της ερημιάς της.
Ο κόσμος, που αφού
τα είχε κάνει όλα σωστά στη ζωή του, μπορούσε
να έχει άποψη για τη δική της.
Για μία ζωή, που ούτε γνώριζε
στο βάθος.
Περίεργη την αποκαλούσε
και αυτό δικαιολογούσε και
το γεγονός, πως ήτανε και μόνη.
Ο κόσμος που δεν μπήκε ποτέ στο κόπο, να δει τη γλύκα των ματιών της και συνάμα την
πίκρα που ζωγραφίζοταν στο
βλέμμα της.
Ο κόσμος που πάντα τα ξέρει όλα και βάζει ταμπέλες
στον καθένα.
Βράδιασε πάλι.
Άλλο ένα βράδυ παρέα με τη
μοναξιά της.
Πόσο πονούσε η μοναξιά!
Πόση θλίψη προξενούσε.
Οι σκέψεις που περνούσαν σαν βροχή απ' το μυαλό της,
τη γέμισαν παράπονα.
Παράπονα πολλά.
Και τα παράπονα, πλημμύρισαν τα μάτια της με
δάκρυα, καθώς θυμήθηκε τα
λόγια του πατέρα της.
"Ο καλός ο άνθρωπος,
θα λατρέψει αυτό που είσαι.
Γιατί είσαι σπάνια.
Μοναδική"
-Αχ μπαμπά, δεν υπήρξε ποτέ κανείς να με λατρέψει, γιατί ποτέ κανέναν δεν απασχόλησε
τι είναι ο σεβασμός, για να με ξεχωρίσει.
Καληνύχτα μπαμπά και απόψε.
Το κοριτσάκι σου γέρασε και δυστυχώς απέμεινε μόνο του
για πάντα!
Effie Katsilli
(Αιθεροβάμων)
(30.11.2018)
: Cleopatra Nastouli

1 σχόλιο:

  1. Ο κόσμος που βάζει ταμπέλες που σαρώνει σαν σίφουνας λες και είναι ο Θεός και έχει. 'αποψη για όλα.
    Δεν κοιτάζουν τα χάλια τους

    ΑπάντησηΔιαγραφή