Tο μύνημα της ημέρας

3 είδη ανθρώπων μην ξεχάσεις ποτέ… Αυτούς που σε βοήθησαν στα δύσκολα. Αυτούς που σε άφησαν στα δύσκολα. Και αυτούς που σε έφεραν στα δύσκολα.

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2015

Πόσο μπ@#ρ$&λ@ χώρα είμαστε!

Ο Δήμος Μπουλούκος, μετά από 1,5 ώρα πάνω από έναν ετοιμοθάνατο ηλικιωμένο στο πεζοδρόμιο, ξεγυμνώνει το ανύπαρκτο ελληνικό κράτος και επιβεβαιώνει τον ωχαδερφισμό των Ελλήνων.




Θα μπορούσα να βάλω άλλο τίτλο στο άρθρο, όπως «πεθαίνοντας αβοήθητος στο πεζοδρόμιο» ή «όπου φτωχός ή γέρος και η μοίρα του», αλλά είναι τέτοια η οργή μου που δεν μπορώ να αποφύγω την βρισιά! Τετάρτη μεσημέρι, δέκα λεπτά πριν από τις δύο και φεύγω από το gazzetta.gr με τη μηχανή και διασχίζοντας την Πολυτεχνείου (ένας από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους του Νέου Ηρακλείου) αντικρίζω στο πεζοδρόμιο, δίπλα σε μία στάση λεωφορείου , έναν άνθρωπο πεσμένο στο έδαφος.

Σταματώ αμέσως, κατεβαίνω και τον πλησιάζω. Τον φτάνω πρώτος, μόλις είχε πέσει, αλλά ακολουθούν αμέσως 2-3 άτομα από το διπλανό ΚΑΠΗ. Τον ρωτάω πως είναι και μου γρυλλίζει κάποια πράγματα που δεν καταλάβαινα.
Είναι μεγάλος σε ηλικία με άσπρα μαλλιά περιμετρικά στο κεφάλι και πίσω από τα πρεσβυωπικά θαμπωμένα γυαλιά κρύβονται δύο υπέροχα γαλάζια μάτια. Τα πρώτα λεπτά ήμασταν γύρω του 6-7 άτομα, αλλά μετά το πρώτο πεντάλεπτο αποχώρησαν οι περισσότεροι και μείναμε εγώ, μία μεσήλικας που ήταν γυμνάστρια στα ΚΑΠΗ κι ένας ακόμα ηλικιωμένος.
Αμέσως κάλεσα το ΕΚΑΒ, ώρα πρώτης κλήσης 13:52. Ο κύριος Δημήτρης (έτσι τον έλεγαν) σε ημιαναίσθητη κατάσταση δεν μπορούσε να πει πολλά, ενώ διαρκώς έπιανε τον χώρο κάτω από το στέρνο του, λέγοντας ότι πονούσε!
Ζήτησα από τους ανθρώπους του ΚΑΠΗ αν έχουν όργανο για τη μέτρηση της πίεσης και αμέσως το έφεραν με τη γυμνάστρια να του μετρά την πίεση και να δείχνει 6,5 η χαμηλή, 9 η μεγάλη, σημάδια σημαντικού προβλήματος. Μετά από αυτό τον ρωτήσαμε αν έχει θέμα πίεσης και μας απάντησε ότι είναι υπερτασικός…
Τα λεπτά περνούσαν βασανιστικά, οι περισσότεροι αποχώρησαν και είχα μείνει με τη γυμνάστρια, τον ηλικιωμένο και στην πορεία προστέθηκε μία ακόμα γυναίκα που δεν μπορούσε να βοηθήσει ουσιαστικά. Τηλεφωνώ ξανά στο ΕΚΑΒ, ώρα 14:18 (φυσικά όλες οι κλήσεις είναι καταγεγραμμένες) , δηλαδή 26 λεπτά μετά και τους ρωτώ τι έγινε με το περιστατικό στο Ηράκλειο! Αφού με άφησε 2-3 λεπτά στην αναμονή μου λέει η ανδρική φωνή από την άλλη άκρη της γραμμής: «Όταν ελευθερωθεί το πρώτο ασθενοφόρο θα το στείλουμε. Εχουμε τέσσερα περιστατικά στο Ηράκλειο, τι να κάνουμε;». Κρατήθηκα και δεν απάντησα, ευελπιστώντας ότι είναι θέμα χρόνου να έρθει η βοήθεια, παρότι ακόμα δεν είχε καν ξεκινήσει το αυτοκίνητο…
Οσο ο χρόνος , όμως, περνούσε ο κύριος Δημήτρης παραπονιόταν συνεχώς για τον πόνο στο στήθος, ενώ έδειχνε να πέφτει σε λήθαργο. Εγώ και οι άλλοι δύο άνθρωποι, ανήμποροι, παρακολουθούσαμε έναν άνθρωπο να «σβήνει» στο πεζοδρόμιο και να περιμένει τη βοήθεια που δεν ερχόταν, με τη γυμνάστρια μάλιστα να επιμένει ότι έχει υποστεί ανακοπή!
ADVERTISEMENT
Πολλές οι σκέψεις που στριφογύριζαν στο μυαλό, όσο ο χρόνος περνούσε βασανιστικά. Τι πρέπει να κάνω, τι μπορώ να κάνω, ποιο είναι το σωστό; Εχοντας συμπληρώσει 45 λεπτά από την ώρα του περιστατικού, σκεφτόμουν να σταματήσω ένα αυτοκίνητο (για τους περαστικούς θα σας πω τι συνέβη πιο κάτω) να βάλω μέσα τον ταλαιπωρημένο γέροντα και να τον πάω σε εφημερεύων νοσοκομείο. Αλλά γνωρίζοντας ότι δεν πρέπει να μετακινούμε τους ανθρώπους με πρόβλημα κι ότι μετά από τρία τέταρτα αναμονής, πίστευα ότι θα εμφανιζόταν το περιστατικό το ασθενοφόρο, αποφάσισα να περιμένω, μαζί με την παρέα μου, τη γυμνάστρια του ΚΑΠΗ, τον ηλικιωμένο και την άλλη γυναίκα…
Μία ώρα από την πρώτη επικοινωνία μου και τίποτα. Ο κύριος που ήταν όλη την ώρα μαζί μου πάει μέσα στο ΚΑΠΗ και τηλεφωνεί, αλλά ακούει την ίδια ατάκα:  «έχουμε ενημερωθεί κύριε για το συμβάν και θα έρθει το όχημα, όταν ελευθερωθεί».
Μου το λέει και εκρήγνυμαι. Στις 15.02 η τρίτη κλήση μου, χωρίς πλέον τον μανδύα της ευγένειας, με μένα να ουρλιάζω! «Ο άνθρωπος πεθαίνει αβοήθητος και εσείς μου λέτε να κάνω υπομονή», φωνάζω με τον άνθρωπο από την άλλη άκρη της γραμμής να μου απαντά «τι να κάνω εγώ, να πάρετε τον υπεύθυνο», λες και εγώ ήμουν σε θέση να βρω ποιος φταίει και ποιος είναι ο υπεύθυνος! Κάπου εκεί έγινα και εγώ… Ελληνάρας και χρησιμοποίησα την δημοσιογραφική μου ιδιότητα λέγοντας ότι θα τους ξεφωνίσω! Ντράπηκα μετά για όσα του είπα, αλλά ένιωθα ότι δεν είχα άλλη επιλογή σε αυτή την κωλοχώρα που ζούμε, που σκιάζεται μόνο από το κράξιμο των καναλιών ή του Τύπου γενικότερα.
Μιλώντας στο τηλέφωνο, διαπιστώνω ότι και η ως τότε συμπαραστάτης μου, η γυμνάστρια είχε φύγει (η οποία βέβαια μέχρι να φύγει ήταν συγκινητική πιάνοντας συνεχώς το χέρι του ηλικιωμένου και ενθαρρύνοντας τον) και με άφησε με τον έτερο ηλικιωμένο και τη γυναίκα που δεν μπορούσε να βοηθήσει!
Λίγο μετά περνούν δύο μηχανές της ομάδας ΔΙΑΣ με τέσσερις αστυνομικούς που δεν σταματούν και συνεχίζουν την πορεία τους. Νιώθω εντελώς απελπισμένος αλλά ευτυχώς οι αστυνομικοί συνειδητοποιούν πιο κάτω τι έχει συμβεί, κάνουν τον γύρο του τετραγώνου και σταματούν δίπλα μας. Τους αφηγούμαι τι συνέβη και ενημερώνουν το ΕΚΑΒ το οποίο τους λέει ότι έχει ειδοποιηθεί. Η ώρα έχει φτάσει 15.10, δηλαδή μία ώρα και 18 λεπτά μετά το τηλεφώνημα μου και το ασθενοφόρο άφαντο. Τους το λέω και μου απαντούν: «συνήθως το ΕΚΑΒ αργεί αλλά όχι και τόσο…»
Εφτασα να πιστεύω ότι αστειεύονται, ότι δεν συμβαίνει σε εμένα αυτό, ότι κάποιος μου κάνει πλάκα! Ενας ηλικιωμένος άνθρωπος, που θα μπορούσε να είναι ο παππούς μου, ή ο πατέρας μου, ή ο δικός σας πατέρας να έχει σωριαστεί σε ένα πεζοδρόμιο του Ηρακλείου και κανείς – μα κανείς – να μην μπορεί να κάνει τίποτα!
Στις 15.21, δηλαδή μετά από μία ώρα και 29 λεπτά, με έναν άνθρωπο σωριασμένο σε ένα πεζοδρόμιο σε κεντρικότατο δρόμο του Ηρακλείου, το ασθενοφόρο εμφανίστηκε θριαμβευτικά! Μην περιμένετε ξέσπασμα, δεν μίλησα, ούτε έκανα κάτι. Περίμενα να τον βάλουν μέσα, να ξεκινήσουν και αποχώρησα, απογοητευμένος και με κατεβασμένο το κεφάλι.
Γιατί να ξεσπάσω; Πως μπορείς να νιώθεις σε μία χώρα που το ασθενοφόρο εμφανίζεται 1,5 ώρα μετά την κλήση, λες και ερχόταν από τη Λιβαδειά ή το Ναύπλιο; Τι μπορείς να πεις όταν βλέπεις έναν ηλικιωμένο, σωριασμένο στο τσιμέντο του πεζοδρομίου και δεν μπορείς να τον βοηθήσεις; Σε ποιον να διαμαρτυρηθείς για την τραγική κατάσταση ενός κράτους, που δεν έχει ασθενοφόρα και πληρώματα για να βοηθήσουν τον κόσμο, με δημοσίους υπαλλήλους να ρίχνουν σε άλλο την ευθύνη, με ανθρώπους να πεθαίνουν σαν τα σκυλιά και κανείς να μην κάνει τίποτα; Μιάμιση ώρα για να έρθει το ασθενοφόρο σε μία συνοικία της Αθήνας... Υπάρχει κάτι πιο τραγικό;

Για να είμαι ειλικρινής, αν κατηγορούσα μόνο το κράτος, δεν θα έγραφα τίποτα! Από τότε που με θυμάμαι έτσι ήταν η ελληνική Πολιτεία και με το μνημόνιο έγινε ακόμα χειρότερη. Ωστόσο αυτό που με εξόργισε, για το οποίο δεν έγραψα νωρίτερα, αλλά θα σας αναφέρω τώρα, ήταν η στάση των περαστικών!
Ολη αυτή τη γεμάτη 1,5 ώρα, ήμασταν εκεί, πάνω από τον ετοιμοθάνατο κύριο Δημήτρη, εγώ, η γυμνάστρια (μέχρι να φύγει), ο ηλικιωμένος και η γυναίκα! Κανείς, μα κανείς άλλος! Πρέπει να πέρασαν και 1.000 αυτοκίνητα και μόνο μετρημένα πέντε σταμάτησαν και ρώτησαν αν χρειαζόμασταν κάτι. Αρκετά επιβράδυναν για λίγο, είδαν το… θέαμα και μετά συνέχισαν την πορεία τους.
Χειρότερη, όμως, ήταν η αντιμετώπιση από τους πεζούς. Κάποιοι έκαναν τον κόπο να ρωτήσουν τι συμβαίνει, αλλά όταν τους απαντούσαμε ότι έχουμε ειδοποιήσει το 166, συνέχιζαν το δρόμο τους, λες και δεν υπήρχε άλλος τρόπος να βοηθήσουν. Λες κι εμείς που καθόμασταν δίπλα στο γέρικο κορμί του κύριου Δημήτρη, δεν είχαμε άλλες δουλειές να κάνουμε.
Οι περισσότεροι πάντως, δεν έκαναν τον κόπο να ρωτήσουν και προσπερνούσαν απαθέστατοι κι αφού είχαν απομακρυνθεί από τον ταλαίπωρο άνθρωπο, γύριζαν το κεφάλι τους προς τα πίσω κι έριχναν κάποιες κλεφτές ματιές! Λες και θα έχαναν τον πολύτιμο χρόνο τους αν ρωτούσαν τι συμβαίνει ή θα κολλούσαν κάποια μεταδοτική ασθένεια…
Αλλοι, ειδικά κάποιες νεαρές κοπέλες κάπου στα 16-18, παρότι με την άκρη του ματιού τους τον είδαν, ούτε κοντοστάθηκαν, ούτε όταν πήγα παραπέρα έστρεψαν το κεφάλι τους, απομονωμένες στην αυταρέσκεια τους και στον μικρόκοσμο τους! Μία μάλιστα, όταν με ρώτησα τυπικά εάν θέλω βοήθεια και της απάντησα αρνητικά, μου είπε: «Περαστικά σας…». Ήθελα να της πω… περαστικά για τα μυαλά που κουβαλάς, αλλά δεν το έκανα.
Κι, όμως, όλοι αυτοί δεν ήταν οι χειρότεροι. Υπήρχαν και συνάνθρωποι μας που αντιλαμβανόμενοι ότι κάτι συμβαίνει, άλλαζαν πορεία, διέσχιζαν το δρόμο και συνέχιζαν στο απέναντι πεζοδρόμιο. Ναι στο απέναντι πεζοδρόμιο, επειδή το δικό μας είχε «καταλειφθεί» από το ανήμπορο σώμα του κυρίου Δημήτρη.
Τι μυαλό κουβαλούν όλοι αυτό; Σε τι Θεό πιστεύουν; Νομίζουν ότι επειδή είναι νέοι, δεν θα γεράσουν και δεν θα αρρωστήσουν ποτέ; Κι αν όταν φτάσουν στην ηλικία του κύριου Δημήτρη, έρθουν στη θέση του, τι θα λένε όταν δεν τους βοηθήσει κανείς;
Με χιλιάδες εφιαλτικές σκέψεις έφυγα από εκεί. Τι να πρωτοσκεφτώ, ποιον να πρωτοκατηγορήσω; Τα μοναδικά που ήταν συνεχώς στο μυαλό μου και δεν έφευγαν ποτέ, ήταν κάποια πεταχτά λόγια του κυρίου Δημήτρη… «έχω πολλές στενοχώριες, αγόρι μου. Μόνος μου είμαι…».  Ηθελα να του απαντήσω ότι «δεν είσαι μόνος σου κύριε Δημήτρη, όλοι είμαστε μόνοι μας και για την πάρτη μας σε αυτή την χώρα- μπουρδέλο», αλλά δεν το έκανα.
Έτσι και αλλιώς τίποτα δεν θα άλλαζε εκείνη τη στιγμή, ούτε και θα αλλάξει στο μέλλον σε αυτή τη χώρα. Σωτηρία, δυστυχώς, δεν υπάρχει….

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου